Μελέτησε την Μπαγκαβάντ Γκιτά στο Ρατζαστάν της Ινδίας,
επιβίωσε στην αφρικανική σαβάνα και βρες την φώτιση στα όρη του Θιβέτ.
Εξερεύνησε τους ναούς στην Αγιουτάγια, περπάτησε κάτω από τον καυτό ήλιο στα βαθιά φαράγγια που κρύβονται οι Ανασάζι
και γίνε μαθητής στην Ακαδημία του Πλάτωνος.
Ψάξε για νερό στα ουάντι της Ιορδανίας,
χόρεψε σε ένα γαελικό ceilidh και δροσίσου από τον Μιστράλ της Προβηγκίας.
Βρέξε τα πόδια σου στην παλίρροια της Βενετίας,
χαμογέλασε στον λεμούριο της Μαδαγασκάρης
και μύρισε τον ευκάλυπτο της Αυστραλίας.
Γίνε Σάμι στον Αρκτικό Κύκλο, κοιμήσου στο νησί της Χιλής με τα στημένα μοάι, άκουσε το τραγούδι των Ναβάχο και λικνίσου στον ρυθμό του Στράους στην Βιέννη.
Περπάτησε τον Ρομαντικό Δρόμο της Βαυαρίας, κράτησε ναπολιτάνικη ομερτά, διάβασε τα θρονώνυμα των Φαραώ στην Αίγυπτο
και ξαπόστασε στην σκιά ενός δρακόνιου δέντρου στην Πορτογαλία.
Νιώσε σαν rey catolico στο Σαντιάγο ντε Κομποστέλα, φτάσε στον σταθμό Κιέβσκαγια στο μετρό της Μόσχας, σπάσε τους πάγους της Λαπωνίας
και φόρεσε το Ισλανδικό δαχτυλίδι της φωτιάς.
Γίνε ήρωας στο φρούριο της Μασάντα,
τόλμησε να μπεις στην Απαγορευμένη Πόλη του Πεκίνου,
θαύμασε το ατελείωτο λευκό της Ανταρκτικής,
αγνάντευσε τον Ιερό Γάγγη, μίλησε με την Μητέρα Θεά του Σύμπαντος στο Νεπάλ.
Άσε τον ρυθμό της τζαζ να σε παρασύρει στην Νέα Ορλεάνη δείπνησε με το σώμα του θεού στο Μεξικό,
Κυανή Ακτή - Προβηγκία - Γαλλική Ριβιέρα Μέρος Πρώτο
Πώς μπορεί να κυβερνήσει κάποιος μία χώρα που παράγει 265 διαφορετικά τυριά; είχε πει κάποτε ο Σαρλ ντε Γκωλ και περπατώντας για έναν ολόκληρο μήνα τον γαλλικό Νότο κατάλαβα πως είχε δίκιο.
Η Γαλλία των ρωμαϊκών αμφιθεάτρων της Αρλ και της Νιμ, του Ρισελιέ και του Ροβεσπιέρου, των τροβαδούρων και του Κρετιέν ντε Τρουά, της Σαρτρ, της Ρεν και του Πουασόν, του Ραμπελέ και του Μολιέρου, του Μοντεσκιέ, του Βολτέρου, του Ντιντερό και του Ντ' Αλαμπέρ, του Λαμαρτίνου, του Ντε Βινί, του Ουγκώ και του Μπομαρσέ, του Σατομπριάν, του Προσπέρ Μεριμέ, του Δουμά, του Μπαλζάκ και του Σταντάλ, του Μωπασάν και του Φλομπέρ, του Ζολά, του Αραγκόν, του Ελιάρ, του Ρεμπώ, του Βερλέν... λίγη από την γλυκόπικρη Iστορία της πανέμορφης αυτής γης.
Χτύπησα την καμπάνα λοιπόν και ο εύγλωττος Γαλλικός Νότος δέχτηκε το ραντεβού που του 'κλεισα, άνοιξε την πόρτα και για έναν μήνα με κράτησε στην αγκαλιά του, χαρίζοντάς μου ήλιο και λιόδεντρα, ρετσίνι και θάλασσα.
Απόγευμα της 13ης του Σεπτεμβρίου έφτασα στην γη της Νίκαιας. Μία όμορφη πόλη, όσο κι αν {παρά} ήταν μοντέρνα για τα γούστα μου. Το ταξίδι με το αυτοκίνητο όμως, περίπου μιάμιση ώρα, κατά μήκος των διάσημων Corniche, ήταν και αυτό που άνοιξε τα ξύλινα παράθυρα που ευωδιάζουν πορτοκάλι και λεβάντα και μου 'δειξε τί θα με περίμενε κατά την διάρκεια της παραμονής μου.
Νίκαια, Κάννες, Σαιν-Τροπέ, Σοφία Αντίπολη, Γκρας, Φρεζί, Τουλόν, Εξ Εν Προβάνς, Μασσαλία. Χωριουδάκια σκαρφαλωμένα σε απότομους λόφους, καστροπολιτείες χτισμένες με την μεσαιωνική σοφία ανθρώπων που γύρευαν προστασία και ασφάλεια, δαντελωτές μα και απόκρημνες ακτές Μεσογειακής θάλασσας. Μα πάνω απ' όλα, το άρωμα. Αυτό το εύκοσμο άρωμα που οσφρήνθηκα και που ακόμα κρατώ μέσα μου.
Η Προβηγκία κουβαλά ένα εξαίσιο μείγμα αρωμάτων που το μετουσιώνει και το προσφέρει απλόχερα σε όποιον έχει την ... ''όραση''. Διότι μόνο εκεί η όραση γίνεται ένα με την όσφρηση ή, αν θέλετε, μόνο εκεί μπορείς να ''δεις'' ακόμα και με την μύτη ...
Αφού ο Μορφέας της Γαλλίας αποδείχτηκε πως δεν έχει καμία διαφορά με τον Μορφέα της Ελλάδος, αφιέρωσα το ηλιόλουστο πρωινό στην περιπλάνηση της πόλης που με φιλοξενούσε. Γνώριζα πολλά για την ιστορία της, καθώς είχα φροντίσει πριν το ταξίδι να διαβάσω πολλά βιβλία για αυτήν κι έτσι, δεν δυσκολεύτηκα να αφομοιωθώ στην ροή του χρόνου της, δίχως όμως να αφήσω τον εαυτό μου να χαθεί εξ ολοκλήρου μέσα της.
Hyeres Le Palmiers. Η αρχαία Ολβία των Ελλήνων Φωκαέων που έφτασαν ως εδώ και τελικά ρίζωσαν.
Ένα βίντεο κλιπ που αλίευσα
από την ιστοσελίδα της πόλης
όπου αποτυπώνεται η ομορφιά της
με τα πιο ευπρόσδεκτα στην ψυχή μας χρώματα.
Αποικία Φωκαέων το Ιέρ που έχοντας πίστη στα χέρια και το μυαλό, δημιούργησαν εδώ, ώστε εμείς, οι εραστές του γαλλικού Νότου, να μένουμε έκθαμβοι από την ικανότητα που έχει η παρελθοντική ατμόσφαιρα των ηρώων και των πολεμιστών να συνυπάρχει με την τωρινή, χωρίς η μία να υπερβαίνει ή και να νικάει την άλλη.
Castel Sainte-Claire, χτισμένο το 1849. Τα τείχη του 12ου αιώνα καταστράφηκαν από τον καρδινάλιο Ρισελιέ. Οι κήποι του κάστρου άνθισαν περισσότερο κατά την εικοσάχρονη παραμονή της Έντιθ Γουόρτον στο κάστρο.
Η Ολβία, όπως δηλώνει και το όνομά της, είναι μακάρια. Αυτό ακριβώς άλλωστε σημαίνει. Και δεν είναι διόλου τυχαίο που τα περιπατητικά μου βήματα γέμισαν σχεδόν από μακαριότητα, ειδικά τις στιγμές εκείνες, τις μοναχικές στιγμές, όπου τα πόδια μου πατούσαν χώμα πανάρχαιο, τα χέρια μου ψηλάφιζαν πέτρες σκονισμένες από τον χρόνο {κι ίσως και την μνήμη}, τα μάτια μου παρατηρούσαν και χόρταιναν, τα αυτιά μου άκουγαν πως τα πουλιά τραγουδούσαν στην ίδια οικουμενική γλώσσα, την δική τους, η όσφρησή μου γινόταν ένα με την ευωδία που ανέδυε ο τόπος, το μυαλό μου χανόταν και βρισκόταν ξανά με την πάροδο των αιώνων και η ψυχή μου γελούσε σαν μικρό παιδί.
Δέντρα παντού, μία πόλη γεμάτη με χιλιάδες δέντρα. Κήποι ολάνθιστοι ακόμα και στην αρχή του φθινοπώρου, ευωδιές που ναι μεν ταξίδευαν μακριά με τον άνεμο, παρ' όλα αυτά, έμεναν τόσο κοντά μου, γύρω μου, μέσα μου. Ευλογημένη γη, ποτισμένη με ευγενικά ιδανικά -και με αίμα. Ποια χώρα άλλωστε, δεν έχει αίμα να ποτίζει τα δέντρα της ιστορίας της;
Την 16η του Σεπτέμβρη ο ουρανός φορούσε τον γαλάζιο πέπλο του και ο ήλιος έδινε χρώμα εκεί που κανονικά δεν θα 'πρεπε να υπάρχει. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που οι μεγαλύτεροι ζωγράφοι μεγαλούργησαν σε αυτόν το δαρμένο από τον άνεμο Μιστράλ τόπο.
Porte Saint - Paul
Σήμερα κατάφερα να μυρίσω ακόμη και την θάλασσα, αυτή την Mare Nostrum, την Μεσόγειο που χωρίζει και ενώνει ζωές. Ιώδιο και αλάτι διείσδυσαν μέσα μου και το αλάτι έκανε καλό στις ρωγμές... Πολύτιμες λοιπόν οι ρωγμές, σε κάνουν και εκτιμάς τί αφήνεις πίσω, έχοντας μπροστά σου μία μεσαιωνική πόλη. Η πόλη... Η παλιά πόλη είναι κτισμένη σαν κάστρο, στην ουσία είναι μία καστροπολιτεία, ντυμένη με πολλές πύλες και παραπόρτια. Οι άνθρωποι ζουν ακόμη εκεί, έχοντας κάνει πέτρα την ζωή τους ή αν θέλετε, έχοντας κτίσει την ζωή τους πάνω σε στέρεη πέτρα. Δεν μπορώ να πω ότι δεν μακάρισα την απλότητα της ζωής τους ή την τύχη τους να κατοικούν σε πέτρες που έχουν να ψιθυρίσουν πολλά, σε αυτιά ικανά να ακούσουν.
Μπήκα στην πόλη απ' όλες τις πύλες, τις γνώρισα μία προς μία και τις αγάπησα όλες. Porte Portalet, Porte de Salins, Porte de Fenouillet, Porte de Baruc, Porte de la Rade, Porte Saint-Paul. Καμία δεν ξεχώρισα, καθώς όλες τους έγιναν μοναδικοί ατραποί στο παρελθόν που ιχνηλατούσα. Κάθε μία πύλη και μία διαφορετική ιστορία, αλλόκοτη και πέτρινη, ερωτική, αισθαντική. Κρυμμένοι θησαυροί περασμένων αιώνων που με την περιπατητική επιμονή μου, μου αποκαλύφθηκαν ...
Απώλεια φόβων ανθρώπινων οι λέξεις του Γουόρντσγουορθ.
Ποιος άραγε φοβάται την πολύφωνη μοναξιά,
όταν έχει καταφέρει να την μεταμορφώσει σε απέριττη μοναχικότητα;
Κατοικούσ’ εκεί που ανθρώπου πόδι δεν επάτησε,
δίπλ’ αποκεί που έπινε νερό το περιστέρι,
μια κοπελιά που κανένανε δεν είχε να την κανακεύει
και την αγάπαγαν, αλήθεια, πολύ λίγοι.
Βιολέτα ήτανε πλάι σε μουσκλιασμένη πέτρα
μισοκρυμμένη από το μάτι.
Ωραία σαν τ’ άστρο που μονάχο του
ψηλά στον ουρανό φέγγει.
Έζησε άγνωστη και λίγοι μάθανε
πότε άφησε η Λουκία την τελευταία πνοή της.
Τώρα αναπαύεται στο τάφο της και μόνο
μονάχα εμένανε μου λείπει κάτι.
Κατοικούσε
WILLIAM WORDSWORTH [1770-1850]
Μετάφραση: Ανδρέας Αγγελάκης Lucy She dwelt among the untrodden ways Beside the springs of Dove, A Maid whom there were none to praise And very few to love
A violet by a mossy stone Half hidden from the eye Fair as a star, when only one Is shining in the sky.
She lived unknown, and few could know When Lucy ceased to be; But she is in her grave, and oh, The difference to me
ωραία ημερομηνία για Δεκεμβριανή Δευτέρα να σε βρίσκει δίπλα στον ναό της Εκάτης κάτω από τη φωταύγεια του βράχου της Ακρόπολης.
Στρογγυλό τραπεζάκι και γύρω μας γατονιαούργια της Θεάς
που ψυχανεμίζομαι πως κάπου εκεί θα 'ναι αθέατη από τα μάτια της εκχρηματισμένης οικονομίας μας.
Ο Μακεδόνας Άγγλος παρήγγειλε τσαγάκι, καθήμενος αναπαυτικά και γειωμένος στις μόλις αγορασθείσες μυτερές υπέροχες μπότες του.
Ο μουσάτος κουλτουριάρης έβαλε την πλάτη του στον ναό για να εξυπηρετήσει το βλέμμα του ανιψιού του, που ετοιμαζόταν σε λίγες ώρες να μπει στο ιπτάμενο λεωφορείο για τον εκ νέου ξενιτεμό του.
Την ώρα που ο μουσάτος παρήγγειλε στο γκαρσόν να του φέρει μια πολύ αντρική σοκολάτα, το χαμόγελο όλων σταμάτησε σε μια νέα φωτογράφηση μιας ώριμης κοπέλας με ένα σφιγμένο γαμπρό στην περιοχή, με επαγγελματίες καλλιτέχνες που σήμερα είχαν και το γνωστό ντέφι για το φως που το λένε ρεφλεκτέρ.
Τα χαμόγελα για την ανάγκη να απαθανατίσουν τη χαρά τους, έφερε από τον κουλτουριάρη μουσάτο μια σκέψη που την μοιράστηκαν με τον ευγενικό σερβιτόρο:
«Είναι πιο εύκολο να δείχνουμε την ευτυχία μας από το να την ζούμε» { !!!!!!!!!!!!!}
Εκείνη την ώρα,
φορτωμένη με ζωοτροφές των προστατευομένων της Θεάς Εκάτης ήρθα και εγώ, η επόμενη της παρέας, που ο μουσάτος λέει πως είμαι μία ανίκανη συγγραφέας για να γράψω περί θεληματικών πηγουνιών και τοιαύτα όμορφα που φέρνουν επιτυχίες στο υπέροχο αναγνωστικό κοινό που όταν δεν διαβάζει, βλέπει πρωϊνάδικα στην τηλεόραση.
Ο κουλτουριάρης, βάλθηκε να μεζεδιάσει με κροκέτες το γατοτσούρμο της Θεάς, αλλά η ανταπόκριση ήταν περισσότερη από αυτήν που περίμενε.
Ήταν έτοιμα όλα τα νιαούργια να απαρνηθούν και την Θεά τους ακόμη για να γευτούν μερικές από τις γεμιστές κροκέτες.
Ύστερα σου λένε γιατί οι άνθρωποι πουλάνε τα όσια και τα ιερά τους για λίγη ηδονική κατανάλωση …
Τέλος πάντων, να μη ξεχάσω να σας αναφέρω ότι από την προηγούμενη φορά που έπινα ένα ζεστό καφεδάκι εκεί δίπλα στο ...
‘ ‘Εκαταίο Ανεμοκαταβάσιο’ ’
ήταν μαζί και μια όμορφη νέα, που το νάζι της αυτή τη φορά είχε εξελιχθεί περισσότερο και κέρδισε επαξίως την προσοχή μας.
Ο Άγγλος και ο κουλτουριάρης μουσάτος την κοίταζαν στα μάτια και ο καθένας με τον τρόπο του είπε το γνωστό «φτούσου κοπελάρα μου».
Για να μη παρεξηγηθούν ως αμετροεπείς ερωτιδείς, θα σας αναφέρω ότι η όμορφη ήταν ... γάτα {όχι, όχι, δεν τους έχει κτυπήσει η ασθένεια των πολιτισμένων Γερμανών που πηγαίνουν σε μπορντέλα για να κτηνοβατήσουν…}
... απλώς καμάρωναν την ομορφιά της νεαρής γαλής.
Η γλυκιά Γωγώ που πάντα μας περιμένει στον Ναό της Εκάτης, εκεί και ίσως όχι εκεί ...
Σχεδόν αμέσως τους είπα το όνομά της, μιας και την προηγούμενη φορά την είχα ονοματοδοτήσει σύμφωνα με μια επίσης γλυκιά και ευγενική γράφουσα από την Πιερία, που το όνομά της αποτελείται από την επανάληψη δύο συλλαβών… Γωγώ !
Όπως τότε λοιπόν, που μιλούσαμε στο τηλέφωνο και ήταν ήδη εκεί έστω και αν ήταν μακριά, πες πως και σήμερα ήταν μαζί στην παρέα η όμορφη Georgia, μιας και της έχω πει πολλές φορές πως θα κάνουμε μυητική περιήγηση στις κόκκινες γραμμές της ιστορίας, που οι βολεμένοι τις ονομάζουν «μύθους», εξυπηρετώντας την άγνοιά τους την ώρα που ρεύονται.
Ευελπιστώ πως σύντομα λοιπόν,
Εκαταίες θα γίνουμε, ίσως όχι γάτες αγαπητή μου Κακαλό, μα σίγουρα περιηγήτριες ενός παρελθόντος που φανερώνεται μόνο σε όσους έχουν μάτια... Ψυχής.
Με πέπλο που συμβολίζει τις απομονωμένες ώρες της δημιουργίας και παλάμες ανοιχτές προς
τους ανθρώπους που επιθυμούμε να μας ξεγυμνώσουν.
Εξουσιάζουμε, μα είμαστε και οι περισσότερο εξουσιαζόμενοι. Από όλους, θαρρώ.
Όταν αγαπήσουμε τους ήρωές μας αυτοί
αρνούνται να πεθάνουν κι αυτοί που
αδίστακτα δολοφονούμε με μια-δυο χαρακιές από άνθρακα, παραμένουν χλευαστικά ζωντανοί, γράμμα το γράμμα, λέξη την λέξη, σελίδα την σελίδα {ένα θαυμάσιο υπαρκτό ανύπαρκτο έγκλημα.
Σαν την νυχτοπεταλούδα που ξέρει ότι θα πεθάνει αν ζυγώσει την φλόγα - μα παρ' όλα αυτά, το τολμά, καθώς καιόμενη σκορπά
εφήμερες λάμψεις στην σκοτωδία της σύντομης ζωής της}.
Αλλοπρόσαλλη απεικόνιση ενός κόσμου που τελικά ...
Κάνει κρύο στο συγγραφείο, ο αντίχειράς μου πονάει.
Αφήνω αυτή τη γραφή, δεν ξέρω για ποιον, δεν ξέρω πια γύρω από τι:
''το παλαιό ρόδο υπάρχει μόνο σαν όνομα, κρατάμε γυμνά ονόματα''
{stat rosa pristina nomine, nomina nuda tenemus}
Ή διαφορετικά, μα και τόσο ίδια ταυτόχρονα, το μόνο άφθαρτο σε αυτόν τον ατελή κόσμο είναι οι ιδέες.
Καλό κατευόδιο για τον Ιταλό δημιουργό της πένας
Nomen nudum {πληθ. nomina nuda} : όρος της βιολογικής ταξινομίας,
όπου χρησιμοποιείται για να δηλώσει το επιστημονικό όνομα ενός ζωικού ή φυτικού οργανισμού
χωρίς όμως την επαρκή περιγραφή αυτού του οργανισμού,
αποτελεί δηλαδή γυμνό όνομα
{ σημαίνον χωρίς σημαινόμενον}.
Ο στίχος απαντάται στο ποίημα De Contemptu Mundi, Βιβλίο Ένα, στίχος 952
του Βερνάρδου του Κλυνύ, με την διαφορά μίας και μόνο λέξης
stat Roma pristina nomine, nomina nuda tenemus.