Ένα αγαπημένο απόσπασμα από το πρώτο ιστορικό μυθιστόρημά μου που εκδόθηκε τον Ιούλιο του 2009 από τις εκδόσεις Ωκεανός.
Αν και οι γεύσεις της Νέμεσης είναι το πρώτο που εκδόθηκε, δεν σημαίνει πως είναι και το πρώτο που είχα γράψει! Το πρώτο λοιπόν, ιστορικό κι αυτό, μυθιστόρημα, περιμένει υπομονετικά κάπου δίπλα στον υπολογιστή σε μορφή χειρόγραφων σελίδων, τελειωμένο εδώ και καιρό - δίχως να γνωρίζω ακόμη πότε θα το μεταφέρω σε ηλεκτρονική μορφή.
Πατώντας ένα κλικ πάνω στον τίτλο της ανάρτησης, θα μεταφερθείτε στον εκδοτικό οίκο Ενάλιος~Ωκεανός για να διαβάσετε κάποιες κριτικές για το βιβλίο. Εναλλακτικά, μπορείτε και πατώντας εδώ
Αν και οι γεύσεις της Νέμεσης είναι το πρώτο που εκδόθηκε, δεν σημαίνει πως είναι και το πρώτο που είχα γράψει! Το πρώτο λοιπόν, ιστορικό κι αυτό, μυθιστόρημα, περιμένει υπομονετικά κάπου δίπλα στον υπολογιστή σε μορφή χειρόγραφων σελίδων, τελειωμένο εδώ και καιρό - δίχως να γνωρίζω ακόμη πότε θα το μεταφέρω σε ηλεκτρονική μορφή.
Πατώντας ένα κλικ πάνω στον τίτλο της ανάρτησης, θα μεταφερθείτε στον εκδοτικό οίκο Ενάλιος~Ωκεανός για να διαβάσετε κάποιες κριτικές για το βιβλίο. Εναλλακτικά, μπορείτε και πατώντας εδώ
«Έλα δω» της ζήτησε τρυφερά. «Νομίζεις πως έτσι εύκολα θα φύγεις από μένα;»
Η καρδιά της άρχισε να χτυπάει σαν τρελή. Άκουσε καλά; Της είχε πει πως δεν θα έφευγε έτσι εύκολα από αυτόν; Μήπως όμως, εννοούσε κάτι άλλο και δεν είχε καταλάβει καλά;
«Τί θέλεις;» τον ρώτησε διστακτικά.
«Ρωτάς;» έκανε τολμηρά και σηκώθηκε όρθιος, καρφώνοντάς την με την μπλε ματιά του.
«Γιατί με απέρριψες; Φταίει αυτή η γυναίκα, έτσι δεν είναι;» έκανε με πίκρα μπαίνοντας κατευθείαν στο θέμα. «Δεν μπορείς να την ξεχάσεις, ε;»
Στεκόταν απέναντί της, γεμίζοντας ολόκληρη την σκηνή με την πελώρια κορμοστασιά του. Λίγα βήματα τους χώριζαν μόνο, κι αν ήθελε μπορούσε να τα καλύψει αρκετά γρήγορα για να χωθεί επιτέλους στην δυνατή αγκαλιά του. Αρκεί να της το ζητούσε!
«Θα με μισήσεις. Αν αφήσω όλα αυτά που νιώθω ελεύθερα, θα με μισήσεις Ζηναΐς» της δήλωσε φανερά πεπεισμένος για εκείνη και τα μελλοντικά συναισθήματά της.
«Πώς μπορείς και λες αυτά τα λόγια αφού ξέρεις! Δεν ξέρεις;» τον ρώτησε με νόημα.
«Ξέρω πως θα με μισήσεις!» επανέλαβε εκείνος και με μια δρασκελιά κάλυψε την απόσταση που τους χώριζε. «Θα με μισήσεις!» είπε ξανά, μα παρόλα αυτά την αγκάλιασε δυνατά.
Τί είχε πάνω του αυτός ο άνδρας κι όποτε βρισκόταν στην αγκαλιά του ένιωθε προστατευμένη, λες κι είχε βρει επιτέλους ένα απάνεμο λιμάνι να προσαράξει με ασφάλεια, λες και η ζεστή αγκαλιά του ήταν το πολυτιμότερο καταφύγιό της;
«Όταν είμαι μαζί σου, είναι σαν να ζω επιτέλους αυτό που περίμενα ολόκληρα χρόνια!» του εξομολογήθηκε.
Η φωνή της, ψιθυριστή σαν τον άνεμο που περνούσε μέσα από τα φύλλα των λυγερόκορμων δένδρων, τον έκανε να ανατριχιάσει. Όχι από φόβο για το ότι ένιωθε πως τον περίμενε από παλιά, αλλά γιατί έτσι αισθανόταν κι εκείνος. Πως επιτέλους ζούσε αυτό που χρόνια περίμενε και ονειρευόταν.
Αν της έκανε έρωτα τώρα και η μνήμη της επανερχόταν, ήταν βέβαιος πως θα τον μισούσε διπλά, γιατί θα πίστευε πως την εκμεταλλεύτηκε. Αν όμως την έδιωχνε και περνούσε την νύχτα μόνος του, ήξερε πως θα το μετάνιωνε για ολόκληρη την υπόλοιπη του ζωή. Είχε μια τελευταία ευκαιρία να περάσει την βραδιά μαζί της και εκείνη να είναι αληθινά ερωτευμένη μαζί του! Είχαν μία μόνο τελευταία ευκαιρία!
Αισθάνθηκε τους μύες του να σφίγγονται και τον γράπωσε όσο πιο δυνατά μπορούσε.
«Μην με αφήνεις» τον ικέτευσε τραντάζοντάς τον. «Κοίτα με, γιατί ξέρω πως αυτό θα αλλάξει τα πάντα, τουλάχιστον για απόψε. Κοίτα με και δες με τα ίδια σου τα μάτια ότι μπορώ να σε κάνω να την ξεχάσεις, έστω και για μία μόνο φορά, έστω και για απόψε» του ζήτησε με κομμένη την ανάσα.
Το φωτεινό της βλέμμα τον κάλεσε να την προστάξει να περάσουν μια αξέχαστη βραδιά. Όταν η ματιά του βυθίστηκε στην δική της, μπόρεσε να δει την ένταση αποτυπωμένη στο πανέμορφο πρόσωπό του, καταλαβαίνοντας την μάχη που έδινε μέσα του. Η λάμψη όμως που φώτισε φευγαλέα τα χαρακτηριστικά του, της έδειξε πως κόντευε να τον πείσει, νικώντας τις αναμνήσεις της άγνωστης γυναίκας, ο ίσκιος της οποίας βάραινε και τους δυο.
«Φίλα με! Φίλα με τώρα!» απαίτησε, βλέποντας την λάμψη στα μάτια του να φουντώνει και την επόμενη στιγμή, με τρόπο που μόνο εκείνος μπορούσε, έπιασε με τις δυνατές του παλάμες το μικροσκοπικό πρόσωπό της και έγειρε πάνω της.
Τα χείλη του, πυρωμένα σαν καυτό σίδερο, ακούμπησαν τα δικά της αφήνοντας ανεξίτηλα σημάδια επάνω τους. Το απαιτητικό φιλί του την μέθυσε σαν γλυκόπιοτο κρασί, ενώ το τρέμουλο του κορμιού του την έκανε να λιώσει από απόλαυση και καθώς χωνόταν όλο και πιο πολύ στην ζεστή του αγκαλιά, ένιωσε την ασφάλεια που πάντα της χάριζε απλόχερα, να την γεμίζει βαθιά μέσα της. Ένας αναστεναγμός βγήκε ταυτόχρονα κι από τους δύο και τα χέρια τους άρχισαν να εξερευνούν με λαχτάρα τα κορμιά τους. Απέμειναν και οι δύο γυμνοί, ο ένας αντίκρυ στον άλλον και κοιτάχτηκαν χωρίς να αγγίζονται.
Η αγέρωχη κορμοστασιά του, ένα τέλεια σμιλευμένο, ατσάλινο κορμί γεμάτο με σημάδια που στριφογύριζαν επάνω του με δαιδαλώδεις ελιγμούς, την έκανε να θέλει να ουρλιάξει από την αδημονία που την κατέκλυζε για να νιώσει το βάρος του πάνω της. Αισθάνθηκε να λιώνει από το απερίγραπτο κάλλος του κι έπεσε θαρραλέα στην αγκαλιά του, ακούγοντας ακόμα και το ίδιο του το αίμα να βράζει, εκτός από τους τρελούς χτύπους της γενναίας καρδιάς του.
Χάιδεψε τα από καιρό γιατρεμένα ηρωικά τραύματα του κορμιού του, νιώθοντας ικανή να γιατρέψει ακόμα κι εκείνα της ψυχής του. Ναι, ήταν ικανή να το κάνει, αφού αυτός ήταν που της έδωσε την δύναμη, χαρίζοντάς της την αποψινή βραδιά...
Η καρδιά της άρχισε να χτυπάει σαν τρελή. Άκουσε καλά; Της είχε πει πως δεν θα έφευγε έτσι εύκολα από αυτόν; Μήπως όμως, εννοούσε κάτι άλλο και δεν είχε καταλάβει καλά;
«Τί θέλεις;» τον ρώτησε διστακτικά.
«Ρωτάς;» έκανε τολμηρά και σηκώθηκε όρθιος, καρφώνοντάς την με την μπλε ματιά του.
«Γιατί με απέρριψες; Φταίει αυτή η γυναίκα, έτσι δεν είναι;» έκανε με πίκρα μπαίνοντας κατευθείαν στο θέμα. «Δεν μπορείς να την ξεχάσεις, ε;»
Στεκόταν απέναντί της, γεμίζοντας ολόκληρη την σκηνή με την πελώρια κορμοστασιά του. Λίγα βήματα τους χώριζαν μόνο, κι αν ήθελε μπορούσε να τα καλύψει αρκετά γρήγορα για να χωθεί επιτέλους στην δυνατή αγκαλιά του. Αρκεί να της το ζητούσε!
«Θα με μισήσεις. Αν αφήσω όλα αυτά που νιώθω ελεύθερα, θα με μισήσεις Ζηναΐς» της δήλωσε φανερά πεπεισμένος για εκείνη και τα μελλοντικά συναισθήματά της.
«Πώς μπορείς και λες αυτά τα λόγια αφού ξέρεις! Δεν ξέρεις;» τον ρώτησε με νόημα.
«Ξέρω πως θα με μισήσεις!» επανέλαβε εκείνος και με μια δρασκελιά κάλυψε την απόσταση που τους χώριζε. «Θα με μισήσεις!» είπε ξανά, μα παρόλα αυτά την αγκάλιασε δυνατά.
Τί είχε πάνω του αυτός ο άνδρας κι όποτε βρισκόταν στην αγκαλιά του ένιωθε προστατευμένη, λες κι είχε βρει επιτέλους ένα απάνεμο λιμάνι να προσαράξει με ασφάλεια, λες και η ζεστή αγκαλιά του ήταν το πολυτιμότερο καταφύγιό της;
«Όταν είμαι μαζί σου, είναι σαν να ζω επιτέλους αυτό που περίμενα ολόκληρα χρόνια!» του εξομολογήθηκε.
Η φωνή της, ψιθυριστή σαν τον άνεμο που περνούσε μέσα από τα φύλλα των λυγερόκορμων δένδρων, τον έκανε να ανατριχιάσει. Όχι από φόβο για το ότι ένιωθε πως τον περίμενε από παλιά, αλλά γιατί έτσι αισθανόταν κι εκείνος. Πως επιτέλους ζούσε αυτό που χρόνια περίμενε και ονειρευόταν.
Αν της έκανε έρωτα τώρα και η μνήμη της επανερχόταν, ήταν βέβαιος πως θα τον μισούσε διπλά, γιατί θα πίστευε πως την εκμεταλλεύτηκε. Αν όμως την έδιωχνε και περνούσε την νύχτα μόνος του, ήξερε πως θα το μετάνιωνε για ολόκληρη την υπόλοιπη του ζωή. Είχε μια τελευταία ευκαιρία να περάσει την βραδιά μαζί της και εκείνη να είναι αληθινά ερωτευμένη μαζί του! Είχαν μία μόνο τελευταία ευκαιρία!
Αισθάνθηκε τους μύες του να σφίγγονται και τον γράπωσε όσο πιο δυνατά μπορούσε.
«Μην με αφήνεις» τον ικέτευσε τραντάζοντάς τον. «Κοίτα με, γιατί ξέρω πως αυτό θα αλλάξει τα πάντα, τουλάχιστον για απόψε. Κοίτα με και δες με τα ίδια σου τα μάτια ότι μπορώ να σε κάνω να την ξεχάσεις, έστω και για μία μόνο φορά, έστω και για απόψε» του ζήτησε με κομμένη την ανάσα.
Το φωτεινό της βλέμμα τον κάλεσε να την προστάξει να περάσουν μια αξέχαστη βραδιά. Όταν η ματιά του βυθίστηκε στην δική της, μπόρεσε να δει την ένταση αποτυπωμένη στο πανέμορφο πρόσωπό του, καταλαβαίνοντας την μάχη που έδινε μέσα του. Η λάμψη όμως που φώτισε φευγαλέα τα χαρακτηριστικά του, της έδειξε πως κόντευε να τον πείσει, νικώντας τις αναμνήσεις της άγνωστης γυναίκας, ο ίσκιος της οποίας βάραινε και τους δυο.
«Φίλα με! Φίλα με τώρα!» απαίτησε, βλέποντας την λάμψη στα μάτια του να φουντώνει και την επόμενη στιγμή, με τρόπο που μόνο εκείνος μπορούσε, έπιασε με τις δυνατές του παλάμες το μικροσκοπικό πρόσωπό της και έγειρε πάνω της.
Τα χείλη του, πυρωμένα σαν καυτό σίδερο, ακούμπησαν τα δικά της αφήνοντας ανεξίτηλα σημάδια επάνω τους. Το απαιτητικό φιλί του την μέθυσε σαν γλυκόπιοτο κρασί, ενώ το τρέμουλο του κορμιού του την έκανε να λιώσει από απόλαυση και καθώς χωνόταν όλο και πιο πολύ στην ζεστή του αγκαλιά, ένιωσε την ασφάλεια που πάντα της χάριζε απλόχερα, να την γεμίζει βαθιά μέσα της. Ένας αναστεναγμός βγήκε ταυτόχρονα κι από τους δύο και τα χέρια τους άρχισαν να εξερευνούν με λαχτάρα τα κορμιά τους. Απέμειναν και οι δύο γυμνοί, ο ένας αντίκρυ στον άλλον και κοιτάχτηκαν χωρίς να αγγίζονται.
Η αγέρωχη κορμοστασιά του, ένα τέλεια σμιλευμένο, ατσάλινο κορμί γεμάτο με σημάδια που στριφογύριζαν επάνω του με δαιδαλώδεις ελιγμούς, την έκανε να θέλει να ουρλιάξει από την αδημονία που την κατέκλυζε για να νιώσει το βάρος του πάνω της. Αισθάνθηκε να λιώνει από το απερίγραπτο κάλλος του κι έπεσε θαρραλέα στην αγκαλιά του, ακούγοντας ακόμα και το ίδιο του το αίμα να βράζει, εκτός από τους τρελούς χτύπους της γενναίας καρδιάς του.
Χάιδεψε τα από καιρό γιατρεμένα ηρωικά τραύματα του κορμιού του, νιώθοντας ικανή να γιατρέψει ακόμα κι εκείνα της ψυχής του. Ναι, ήταν ικανή να το κάνει, αφού αυτός ήταν που της έδωσε την δύναμη, χαρίζοντάς της την αποψινή βραδιά...
© 2011 Κωνσταντίνα Λαψάτη
Επίσης το δικό μου αγαπημένο απόσπασμα από αυτό το πανέμορφο βιβλίο! Κρατάω την ανάμνηση αυτού του βιβλίου βαθιά μέσα μου αφού ήταν ο λόγος να σε γνωρίσω από κοντά και να καταλάβω το πόσο υπέροχος άνθρωπος είσαι κοπέλα μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε φιλώ!
Θα το πω δημόσια αυτό που σου είχα πει ιδιωτικά, κάποτε στους Διόσκουρους, όταν πίναμε τον καφέ μας παρέα, δίπλα στην Αγορά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι, χάρηκα που έβγαλα τις γεύσεις της Νέμεσης,
αλλά η χαρά μου που εξαιτίας αυτού του βιβλίου σε γνώρισα, είναι μεγαλύτερη.
Το ξέρεις πως το εννοώ.
Ένα βιβλίο, όσο καλό και να είναι, είναι απλά ένα βιβλίο. Το γράφεις, εκδίδεται, χαίρεσαι.
Η φιλία όμως που προσφέρεις, η σκέψη σου και η αγάπη σου, είναι απείρως σημαντικότερα για εμένα.
Αξέχαστο μυθιστόρημα...Αξέχαστοι ήρωες...Αξέχαστη πένα!Αδημονώ να σφυρηλατήσεις τη συνείδησή μου με την επόμενή σου δουλειά!Κι όταν κρατήσω το βιβλίο σου στα χέρια μου, θα έχω ένα σίγουρο εισιτήριο στη μαγεία.Ευχαριστώ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠώς να μην ανοίξω τώρα τον φάκελο με τον δεύτερο τόμο της Έμπονυ και να μην γράψω; Όταν παίρνω τόση δύναμη από σένα δεν γίνεται διαφορετικά! Θέλω να το τελειώσω όσο μπορώ πιο γρήγορα, ώστε να το αποκτήσεις και αυτό, να σε πάρω μαζί μου σε αυτή την εναλλακτική πραγματικότητα που έπλασα με τόση αγάπη, όπως με ταξιδεύεις και εσύ με την ασύγκριτη γραφή σου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ τιμή είναι δική μου!
Λάτρεψα κάθε αράδα! Αγάπησα και μίσησα τους ήρωες! Ταξίδεψα στο χρόνο, τις γεύσεις, το πάθος! Αριστούργημα με όλο του το νόημα! Είναι σίγουρα στις πρώτες θέσεις βιβλίων στη βιβλιοθήκη και την καρδιά μου! Και το εισητήριο για να μπω στο μαγικό κόσμο της γραφής σου αγαπημένη μου φίλη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαίρομαι τόσο, γιατί αυτό ήταν που ήθελα να κάνω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν επιθυμούσα μία απλή, εγκυκλοπαιδική καταγραφή ιστορικών γεγονότων, αλλά μία ''επική'' εξιστόρηση μπλεγμένη στα δίχτυα της αγαπημένης μου ιστορίας και αρχαιολογίας.
Από την άλλη, το φοβόμουν, γιατί ό,τι αγαπώ, δεν σημαίνει πως το αγαπούν και οι άλλοι.
Αγαπήθηκε όμως και αυτό είναι μεγάλη ανταμοιβή. Γιατί όταν αγαπάς το δημιούργημα, αγαπάς και τον δημιουργό του. Δεν πάει το ένα χωρίς το άλλο...
Σ ευχαριστώ για αυτό Γωγώ μου...