Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

8.7.16

Κατοικούσε



Απώλεια φόβων ανθρώπινων οι λέξεις του Γουόρντσγουορθ. 
Ποιος άραγε φοβάται την πολύφωνη μοναξιά, 
όταν έχει καταφέρει να την μεταμορφώσει σε απέριττη μοναχικότητα;



Κατοικούσ’ εκεί που ανθρώπου πόδι δεν επάτησε,
δίπλ’ αποκεί που έπινε νερό το περιστέρι,
μια κοπελιά που κανένανε δεν είχε να την κανακεύει
και την αγάπαγαν, αλήθεια, πολύ λίγοι.

Βιολέτα ήτανε πλάι σε μουσκλιασμένη πέτρα
μισοκρυμμένη από το μάτι.
Ωραία σαν τ’ άστρο που μονάχο του
ψηλά στον ουρανό φέγγει.

Έζησε άγνωστη και λίγοι μάθανε
πότε άφησε η Λουκία την τελευταία πνοή της.
Τώρα αναπαύεται στο τάφο της και μόνο
μονάχα εμένανε μου λείπει κάτι.

Κατοικούσε
WILLIAM WORDSWORTH [1770-1850]
Μετάφραση: Ανδρέας Αγγελάκης


Lucy
She dwelt among the untrodden ways 
   Beside the springs of Dove, 
A Maid whom there were none to praise 
   And very few to love 

A violet by a mossy stone 
   Half hidden from the eye 
Fair as a star, when only one 
   Is shining in the sky. 

She lived unknown, and few could know 
   When Lucy ceased to be; 
But she is in her grave, and oh, 
   The difference to me

25.11.13

Και Εγέννησεν Ποίησιν


Αν ο λυρικός Λόγος είχε όνομα, τότε σίγουρα αυτό θα ήταν το όνομα του Δεσποτάκη της Δαμητρός.



Ο Δεσποτάκης της Δαμητρός... ο Δημήτρης...
η Ελληνίδα εκείνη Φωνή που σμιλεύει τις λέξεις και τις ντύνει με χρώματα, 
συνεπαίρνοντας, 
ενθουσιάζοντας, 
ταξιδεύοντας, 
με τρόπο εξαίσια λυρικό, 
αδιαφισβήτητα μοναδικό.



Φιλόπονος μύστης ο Δημήτρης,
πνευματικά Ελεύθερος.
Ασυνήθιστος Ποιητής, ασυμβίβαστος,
δεν αντιγράφει και δεν αντιγράφεται,
δεν ακολουθεί νόρμες,
δεν επηρεάζεται και παραμένει γνήσιος,
με δικό του αυθύπαρκτο ύφος,

με Ψυχή 
που ναι μεν επιδιώκει την απλοϊκότητα της ζωής μα παράλληλα αυτή η απλοϊκότητα 
υποτάσσεται στα πλούσια βαθύτερα νοήματα 
που κρύβει ο ανυπότακτος Λόγος του.

Έναν λόγο που θα αποκαλούσα ακτινοβόλο, 
αφ' ενός επειδή φωτίζει την ένδεια της εποχής μας, 
αφ' ετέρου γιατί μας προκαλεί να αναζητήσουμε και να κατανοήσουμε
και εκ τρίτου επειδή ο λόγος του πολλές φορές μυρίζει βουνίσιο αέρα και θαλασσινή αρμύρα 
και κάποιες άλλες,
μεζέδες και ουζάκι κάπου εκεί δίπλα που σκάει το κύμα. 
Η αρμονία των λέξεων 
που ο Δημήτρης εφευρίσκει,

εκφράζει πρωτότυπα την πλούσια σε ήθος μεσογειακή ιδιοσυγκρασία που τον διακρίνει.
Μέσα από την ζωντάνια του λόγου του συλλαμβάνει λυρικά και με μοναδική ενόραση
έννοιες όπως Έρωτας, 
Άνεμος, 
Θάλασσα, 
Ελευθερία, 
καθιστώντας τον παράλληλακαι 
έναν ποιητικό φύλακα του Λόγου 
που προασπίζει, διαφυλάττει και διασώζει την πολιτισμική μας κληρονομιά,

την Γραφή και το Αλφάβητο,

την Ιστορία και την Προϊστορία.



Κι όλα αυτά, μέσα από την Έμπνευση,
την Μούσα εκείνη 
που σιωπηλά κάθεται μαζί του
και του προσφέρει απλόχερα την εύνοιά της.


Κάτι άλλο που πιθανόν να έχετε παρατηρήσει, και το οποίο θεωρώ ως σημείο ορόσημο που τον ξεχωρίζει, είναι πως ο Δημήτρης δεν θα υμνήσει ποτέ την αγάπη. 
Γράφει για τον Έρωτα,

τον ακατοίκητο Έρωτα κατ' εμέ,

τον αυτόχθονα και τον γηγενή κατά τον Λιαντίνη,

τον Πρώτιστο των θεών του Αριστοτέλους,

τον Διφυή που κρατεί τα κλειδιά των πάντων, κατά τους Ορφικούς.


Ο Έρως, ο έλκων, ο κινούν,
το Σύμπαν εκείνο όπου η έλξη είναι η κίνηση που οδηγεί προς την γένεση και την γέννηση

ενός ποιήματος, ώστε αυτή η κοσμική ροή 
να τον εμπνεύσει και να γράψει 
για το αφροσκέπαστο κύμα, 
για μία χρυσή ακρογιαλιά,
για μία Ελληνίδα Μάνα που ήρωες γεννάει.
Να γράψει για την Σελάνα
και για τις λίμνες των Νυμφών,
για την μικρή του Αυγή
και τον Μικρό Αυτοκράτορα,
για τα βήματα του Ελύτη,
για μία άνοιξη του Μάη,
για την Μάχη της Σοφίας,
για τον άνθρωπο,
να γράψει για την Αρμονία του Σύμπαντος,
να γράψει για ολάκερο τον κόσμο της δική του Ψυχής.




Δίκαια λοιπόν θα πω πως 
αν ο τίτλος του Homo Universalis, 
του Οικουμενικού Ανθρώπου,
ήταν να δοθεί 
σε ένα δημιουργό για το έργο του,
τότε είμαι βέβαιη πως αυτόν τον τίτλο 
- με την δύναμη της πένας του - 
τον έχει κάνει ήδη δικό του ο Δημήτρης.




Δεν θα πω περισσότερα. 
Ο Δημήτρης έχει αποδείξει πως είναι 
Φως στο σκοτάδι των καιρών μας.

Δίπλα στην παρακαταθήκη του
Αλεξανδρινού Καβάφη
του Δελφικού Σικελιανού

του Ιαμβικού Παλαμά

του νεοκλασικιστή Κάλβου

του σατιρικού Σούτσου

στέκεται επάξια και ισάξια 
το έργο του Δεσποτάκη της Δαμητρός

στο οποίο κανένας 
από τους παραπάνω προσδιορισμούς

δεν δύναται να σταθεί δίπλα στο όνομά του,

εκτός από μία μοναχά λέξη που περικλείει όλα τα παραπάνω και αγκαλιάζει όλα τα ανείπωτα υπόλοιπα :




Η λέξη εκείνη δεν είναι άλλη από την λέξη Έλλην.



Δεσποτάκης της Δαμητρός 
Έλλην







Πατώντας εδώ
μετεφέρεστε στο προσωπικό ιστολόγιο
του Δεσποτάκης της Δαμητρός 


Με τιμή, 
αναρτώ ξανά το ποίημα που εμπνεύστηκε
για ένα Μικρό Μικρανέμι ...
Σε ευχαριστώ ...


Ἕνα Μικρὸν Μικρανέμι


Μέσα εἰς τῶν ἀνέμων τὴν παραζάλην,
γεμᾶτον νιότης ζωήν, μικρὸν μικρανέμι ἐχάθη,
κάπου εἰς τοῦ Δημοσάρη τὴν γῆς,
σὲ δυό τὴν Ὄχη ποὺ ἔκοψε.
Μαγεμένον, τὴν φρεσκάδαν του ἅπλωνε,
σὲ μονοπάτι ποὺ ᾿χε γάργαρες πηγές,
σὲ λίμνες ἀπὸ νεράιδες ζωγραφισμένες γαλαζοπράσινες
κι ἄφηνε τὰ κελαηδίσματα,
χάδι νὰ εἶναι μακρόσυρτον εἰς τὴν ἀγκαλιάν του.
Ἤξερε ἀπάνω πὼς εἶναι σ’ ἀψηλὲς κορφάδες,
ἀγριεμένοι, ἄνεμοι γηραιοὶ πὼς τὸν ἀναζητοῦν.
Μὰ λεύτερον τὸ μικρανέμι,
σὲ πρωινὸν καστανόλογγον εὐωδιαστόν ἐτρύπωσε,
μὲ παιδικὴν ὁρμὴν
καὶ μέσα του εἶδε, κόσμοι ἦταν, ἀλλόκοσμοι.
Δρύοπες τῶν δασῶν, Λέλεγες τῶν λιμνῶν,
ἀπὸ καστανιὲς πίσω ξεπρόβαλαν,
ῥωτῶντας γιὰ τὸν Δράκον, γιὰ τὸν Κύνα…
ἄχ…
μονάχον ἤθελε,
εἰς τὴν ἄγριαν βροχοστόλιστον Ὄχη νὰ ζήσῃ.

Ἔπλεε τὸ μικρανέμι,
σὲ γεννημένες σκιὲς ἀπὸ βράχους σεμνούς,
ἀπάνω χόρευε εἰς τὶς ῥεματιὲς μὲ πουλιά, πασχαλιὲς καὶ πεταλοῦδες
κι ὁποὺ πατοῦσε ἄκουες σιγανά…
Βαθύρεμα…Πλύστρα…Πλατανίτσες…
Ῥηγιάς… Ἀρχάμπολη…
Χοροπηδοῦσε καὶ γέλαε,
μιᾶς εἰς τὰ Στῦρα, εἰς τὸ Μαρμάρι καὶ εἰς τὴν Κάρυστον μιᾶς.
Κι ἔπειτας μὲ φούριαν τὸ μικρανέμι,
μέσα περνοῦσε ἀπὸ αὐλές λευκές, ἀσβεστωμένες,
μ’ ἀνθισμένους ἰβίσκους, γιομᾶτες ῥοδιὲς καὶ γλυκὰ φραγκόσυκα.
Σὲ δροσερὰ μέσα τρύπωνε σπηλιώματα
κι ὕστερις πετοῦσε ἀψηλά,
βαστῶντας γερὰ τὶς κελαηδιὲς τῆς ἄγριας καρδερινιώς,
τοῦ φλώρου, τοῦ λούγαρου, τοῦ ἀηδονιοῦ…,
σκορπῶντας τὴν χάριν του,
εἰς τῖς ἀνθισμένες τῆς Ὄχης πλαγιές.

 Κι ἔτσι πλανεμένον, μὲ γαληνεμένον πετοῦσε νοῦν,
ἀπὸ τὴν Εὐβοϊκὴν νησιώτικην Γῆν ἀπάνω·
καὶ τότε εὐρέθη ὀμπρὸς τὸ μικρανέμι,
ὀμπρὸς σὲ θρῦλον, μῦθον καὶ Θεούς.
Ἐσφύριζε ἡ ὁρμή, ἡ νιότης του,
καθὼς εἰς τοὺς χρόνους τριγύριζε τοῦ Δρακόσπιτου·
κι ἦταν ὁ ἥλιος παντοῦ νὰ τὸ προσέχῃ.
Θὰ ᾿ταν καταμεσήμερον
κι ὁλοῦθε ἀχνιὰ ἀπ’ τὴν δροσιάν του
καὶ κουρασμένον πιὰς αὐτό,
ἐστάθη εἰς τὸ πάτημα καὶ μοίρασε γύρω σιγήν,
δίπλα ἀπὸ τὴν κεφαλὴν τῆς Ὄχης.
Καθὼς τὸ λιοπύρι τὸ ἔλουζε,
ὕμνους ἄκουσε μακρόσυρτους, μακρόθεν·
ἀνακάτωσε τὶς γύρω φυλλωσιές,
ἐδρόσισε τοὺς Δρύοπες τῶν Παλαιῶν Λόγων,
τοὺς Λέλεγες ἐδρόσισε φύλακες τῶν γύρω ὅλων.
Καὶ πρὶν ἀνάμεσα χαθεῖ σὲ πρωτόκαρπες καστανιὲς
καὶ σὲ μυστικὰ τοῦ ὅρους βυθισθῇ νερά,
πῆρε τὴν εὐλογίαν εἰς τὸ Δρακόσπιτον ποὺ ἐζοῦσε
κι ἔστειλε τὰ πουλιὰ σὲ πλαγιὲς νὰ τὴν τραγουδήσουν.
Κι ὅλη ἦταν ἡ Ὄχη μ’ ἀνατριχίλα,
καθὼς ψιθύριζε πετῶντας πιὰς τὸ μικρανέμι,

Ὦ, Ἧρα Τελεία…
Ὦ, Ἧρα Τελεία…
Ὦ, Ἧρα Τελεία…

ΥΓ: « Ἀφιερωμένον εἰς τὸ Μικρανέμι,
ὁποὺ κυρίαρχος νὰ γίνῃ Ἄνεμος,
εὔχομαι! »

Δεσποτάκης τῆς Δαμητρὸς
Ἕλλην
3-10-2012

16.6.13

Καβοντορίτικο Φεγγάρι


Ἐγὼ ἤθελα νὰ ζῶ μὲ τὸν ἡέλιον μόνον.
Πίσω ἀπὸ φυλλώματα πυκνὰ μὲ πράσινον…
μὲ κρύσταλλον σχηματισμένα,
νὰ χάνομαι ἀπ’ τὰ μάτια του.

Τὴν εὐλογίαν του νὰ ὁρῶ πὼς καθρεπτίζεται,
εἰς τὶς δροσιὲς ποὺ ὅλον τρέχουν,
πότες σὲ πανώρια δένδρια κουσέλια νὰ μολογήσουν,
πότες σ’ ἀνθιὰ χιλιόχρωμα,
ῥιζωμένα σὲ καλλιμάρμαρα ξεχασμένα.

Γυμνὰ νὰ ζοῦν τὰ πόδια μου εἰς τὴν γῆς
κι ὅλες οἱ μυρωδιές της,
ἀνάσα κι ἔρωτάς μου…
νὰ ᾿ναι ἡ ἰσκιάδα θηλυκόν,
ποὺ ὕστερις σούρουπον παντοῦ ν’ ἁπλώνῃ…

Τότες ἐγὼ ἤθελα νὰ ζῶ εἰς τὸ ἰδικόν σου φῶς,
ἔρωτα τοῦ ἡελίου.
Ὦ, καβοντορίτικον φεγγάρι ζηλευτόν,
μέσα σὲ εἶδα ἀπ’ ἀφροὺς νὰ ξεπροβάλῃς
καὶ νὰ ᾿σαι εὐλογημένον ἀπ’ ἁγνὴν γραφήν,
ὦ, σελήνη καβοντόρικη,
ποὺ ᾿χεις τὸν ἥλιον ἐραστήν.


{πατώντας τον σύνδεσμο, 
μεταφέρεστε στο προσωπικό ιστολόγιο 
του Δεσποτάκη της Δαμητρός
και στο ποίημα
«Καβοντορίτικον Φεγγάρι»}

Cavo D' Oro
Photo by Lily Cash

ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΒΟ ΝΤΟΡΟ ή ΑΚΡΩΤΗΡΙ ΚΑΦΗΡΕΑΣ
Σαν Καφηρέας αναφέρεται στην Χάρτα της Ελλάδος του Ρήγα Φεραίου, ενώ Cavo D' Oro ήταν η ονομασία που του έδωσαν Ιταλοί ναυτικοί κατά τον 14ο και 15ο αιώνα.


ΤΟ ΑΚΡΩΤΗΡΙ ΤΩΝ ΝΑΥΑΓΙΩΝ
Ο Αίαντας, ο βασιλέας της Κολχίδος, ναυάγησε στην περιοχή του Καφηρέως κατά την επιστροφή του από την Τροία, ενώ βυθίστηκαν όλα τα πλοία του.
Σύμφωνα με την Επιτομή του Απολλόδωρου [vi.7] στον Καφηρέα ναυάγησε επίσης ο στόλος των Ελλήνων επειδή ο βασιλιάς του Ναυπλίου, θέλοντας να εκδικηθεί τον θάνατο του γυιού του Παλαμήδη, άναψε φωτιές στα γύρω βράχια, ώστε οι Έλληνες να υποθέσουν ότι πλησιάζουν στην ακτή.
Κατά την ναυμαχία του Αρτεμισίου, τα πλοία των Περσών που επιθυμούσαν να περικυκλώσουν εκείνα των Ελλήνων, ναυάγησαν και βυθίστηκαν εξαιτίας καταιγίδας που ξέσπασε στην περιοχή [Ηρόδοτος Ιστορίαι - Ουρανία].
Ένα ακόμη διάσημο ναυάγιο ήταν εκείνο του Δίωνος του Χρυσόστομου [vii7] & [ΑΡΧΕΙΟ ΕΥΒΟΪΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ, ΤΟΜΟΣ Θ] που το 100 μ.Χ. ναυάγησε στα Κοίλα.

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ
 ΠΕΡΙΞ ΤΟΥ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟΥ
Σημαντικότεροι οικισμοί ήταν η Αρχάμπολη, πόλη-μεταλλείο που ήκμασε τον 8ο αιώνα π.Χ. και εγκαταλείφθηκε κατά την Ρωμαϊκή Εποχή και η Γεραιστός, ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της περιοχής, που προσέφερε καταφύγιο στα πλοία που διέπλεαν τον Καφηρέα εν μέσω δυνατών ανέμων, ενώ παράλληλα ήταν γνωστή και για το ιερό του Γεραιστίου Ποσειδώνος στον οποίο και θυσίαζαν οι ναυτικοί για να έχουν ασφαλές ταξίδι στην, συνήθως τρικυμιώδη, θάλασσα του Καφηρέως. 

 ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΧΡΟΝΙΑ, ΕΝΕΤΟΙ, ΦΡΑΓΚΟΙ, 
ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙ, ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
Στα Βυζαντινά χρόνια και κατά τον 13ο αιώνα αποτελεί την έδρα του Καρυστινού ιππότη Λικάριου που με την βοήθεια του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου, κατάφερε να επιβιβάσει φρουρά για την προστασία της περιοχής.
Μετά την 4η Σταυροφορία οι Ενετοί δημιούργησαν μία ζώνη ασφαλείας στην Νότια Εύβοια, ενώ άρχισαν να κτίζονται νέα χωριά, όπως ο Πλατανιστός [στην θέση Ελληνικό σώζεται το πανάρχαιο φρούριο των Ανεμοπυλών που έγινε ορμητήριο του Λικάριου], το Κόμητο και το Καψούρι, το οποίο όμως δεινοπάθησε από τις επιδρομές των Ενετών μα και των Τούρκων κι έτσι οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να φύγουν και να εγκαταστήσουν το χωριό στην θέση που βρίσκεται και σήμερα.
Η Κωνσταντινούπολη έπεσε την 29η Μαΐου 1453 και οι Τούρκοι κατάφεραν να καταλάβουν την Εύβοια το 1470. Από εκεί και ύστερα, αρχίζουν να κτίζονται άλλα χωριά, όπως η Πρινιά [από Έλληνες της Μικράς Ασίας που κατέφυγαν τον 15ο αιώνα στον Κάβο Ντόρο] και το Δράμεσι [Ευαγγελισμός] κοντά στο οποίο έγινε η ναυμαχία της Άνδρου μεταξύ του Ελληνορωσσικού στόλου του Λάμπρου Κατσώνη και του τουρκικού το 1790.
Η περίφημη ναυμαχία του Καφηρέως έγινε στις 20 Μαΐου του 1825 όπου οι ναύαρχοι του Ελληνικού στόλου, Γεώργιος Ανδρούτσος, Γεώργιος Σαχτούρης και Απόστολος Νικολής έτρεψαν σε φυγή τον τουρκικό στόλο στην περιοχή της Γεραιστού [σημερινό Καστρί].
Οι Τούρκοι αποχώρησαν σταδιακά από την Εύβοια το 1832, ενώ η πόλη της Καρύστου παραδόθηκε στους κατοίκους την 9η του μηνός Απριλίου του 1833 [στην αποτυχημένη πολιορκία της Καρύστου τον Μάρτιο του 1826 με τον Γάλλο συνταγματάρχη Φαβιέρο πολέμησε και ο πρόγονός μου Λαψάτης Νικόλαος. Δεν γνωρίζω έαν έπεσε στην μάχη].
Κατά την διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου οι Γερμανοί δεν πάτησαν ποτέ την κατακτητική μπότα τους στον Κάβο Ντόρο.

ΠΗΓΕΣ


19.1.13

Εὐτυχία Αἰμιλία







Τὴν πρώτην ἄκουσες κραυγήν της,



μόλις ποὺ σὲ ξέβραζε τὸ πέλαος·



ἀμήχανα ἐγελοῦσες…






Ἔκλαιε…



ἐγύρευε ζωήν,



ἄφθονος γύρω της ποὺ κυλοῦσε,



μ’ ἀδιάφορη προσπέρναε,



ἀνάμεσα σ’ ἅρμυρη πέτρα καὶ παγωμένες ψυχές.






Τυφλὴ ζωή!



καὶ μόλις ἐπρόλαβες…



τὸ ἕνα σου γόνυ ἄγγιξεν γῆν



καὶ μέσα ἦταν εἰς τὰ μάτια της,



τῆς γῆς ἁπλωμένα τὰ πράσινα.



Μὲ τὸ ᾿να χέρι ποὺ ἔλαμπε,



ἔγινες Ἥλιος Θεός,



μὲ τ’ ἄλλον τὸν θάνατόν της ἐνικοῦσες.






Κι ὕστερις,



ἐτρύπωσε εἰς τὰ χέρια σου μέσα,



ὅλον τὸ κλάμμα της, ἡ βρεγμένη της γοῦνα,



ἐμάγεψαν τὰ στήθια σου.






Κι ἔφυε ὁ θάνατος,



ἔφυε τὸ χθές,



νύκτες ἐκύλησαν καὶ ἦλθαν ξημερώματα



καὶ τὸ Φῶς τὴν ἐκάλεσεν Εὐτυχίαν,



καθὼς τὰ πρῶτα βήματα, τὰ χάδια



καὶ τὸ μικρὸν κορμάκι της,



ἔρωταν ἔβγανε!



Ὅλος μιὰ χνουδωτὴ ἀγκαλιά,



ὅλος γουργούρημα Θέ μου καὶ νάζι, ἀληθινόν!






Καὶ ἰδοῦ ὁ Ἔρως!



Ἕν τὸ Ζῶον κι ἐσύ Ἁγνή!



Ἐσὺ Ἄλφα τοῦ Ἀνθρώπου Πρῶτον,



Αὐτὴ Εὐτυχία Αἰμιλία Γαλῆ…






Δεσποτάκης τῆς Δαμητρὸς

Ἕλλην

11.10.12

Ἕνα Μικρὸν Μικρανέμι



Ο βραβευμένος ποιητής Δεσποτάκης της Δαμητρός μαγεμένος από την άγρια ομορφιά του Ευβοϊκού τοπίου, με ίχνη που παραμένουν σιωπηλά και κρυμμένα κάπου στον χωρόχρονο μίας άγνωστης σε εμάς προϊστορίας, νιώθωντας την έλξη της σκληρής γης που επίμονα προστατεύεται από την διαβρωτική φθορά του χρόνου, βιώνοντας λίγες στιγμές από την καθημερινότητά μου εκείνη που μπλέκεται γοητευτικά ανάμεσα στον παλαιό μύθο και την πολύχρωμη πραγματικότητα, αποκρυπτογραφώντας τα κωδικά μου σημάδια,

 χαρτογραφώντας με ειλικρίνεια την αληθινή φύση μου

εμπνεύστηκε, διαισθάνθηκε και ύφανε τις λέξεις με τα χρώματα, με βύθισε στα μυστικά νερά της Όχης και με μάρτυρες τον Ήλιο και τον πρώτο της Ευβοίας Άνεμο, με βάπτισε

Μικρὸν Μικρανέμι...

Σαν ένας άλλος παλαιός Εξιστορητής οι ιστορίες του οποίου αναδύονται από τους τοπικούς θρύλους και μύθους, έγραψε για μνήμες ζωντανές, για παραδόσεις ιδιαίτερες, για την απόκοσμη αλήθεια που στοργικά τυλίγεται από τον θρυλικό απόηχο περασμένων εποχών. Διαποτίστηκε από την ισχυρή δύναμη του ιερού αυτού τόπου, χαμένος καθώς συνεχίζει να βρίσκεται μέσα στην αχλύ ενός παρελθόντος και ενός παρόντος, που ενωμένα συνεχίζουν την κοινή τους πορεία στον χρόνο, αυτή την άφατη διαδρομή μίας μεταφυσικής μύησης, συναντώντας την πολυπόθητη Αιωνιότητα. Έγραψε για τον πλούσιο, αιθερικό, γεμάτο μυστικά και κώδικες ιδιαίτερο προσωπικό μου κόσμο, από τον οποίο και αναδύομαι... μία Ιερή Γεωγραφία για εμένα,

το  Μικρὸν Μικρανέμι...

Μέσα σε σκοτεινές σπηλιές και σε βαθιές χαράδρες, πάνω σε ψηλές κορφές και σε πυκνόφυτα δάση, δίπλα σε αρχαίες πέτρες που μόνο στους τυχερούς σιγοψιθυρίζουν το ένδοξο παρελθόν θεών, ημίθεων και θνητών που περπάτησαν πάνω τους, περικυκλωμένος από την αρμύρα του Αιγαίου, ακροβάτης ανάμεσα στο Γνωστό και το Άγνωστο, το Ορατό και το Αόρατο, ολόκληρος ο τόπος κρατάει καλά φυλαγμένη την άρρητη, πανάρχαιη μαγεία του και την προσφέρει σε ελάχιστους, στους αγνούς περιηγητές, στους μυημένους που σέβονται σιωπηλά τις περασμένες μνήμες και τις αλλόκοτες δοξασίες, στους εραστές άχρονων χρόνων που με αρμονία υφαίνουν εικόνες από εξιστορήσεις περασμένων εποχών, εικόνες που αργοσαλεύουν, που αναπνέουν, που κινούνται, που ζουν...
Εικόνες από ένα Μικρὸν Μικρανέμι που με Δρυοπική καρδιά και ψυχή Λέλεγος πάλλεται στον αέρα και ελεύθερο πετάει ψηλά, για να γίνει κυρίαρχος άνεμος...

Σε ευχαριστώ αγαπημένε φίλε Δημήτρη.
Μέσα σου καίει άσβεστη η φωτιά της αστραπής του Διός.


Ἕνα Μικρὸν Μικρανέμι

Μέσα εἰς τῶν ἀνέμων τὴν παραζάλην,
γεμᾶτον νιότης ζωήν, μικρὸν μικρανέμι ἐχάθη,
κάπου εἰς τοῦ Δημοσάρη τὴν γῆς,
σὲ δυό τὴν Ὄχη ποὺ ἔκοψε.

Μαγεμένον, τὴν φρεσκάδαν του ἅπλωνε,
σὲ μονοπάτι ποὺ ᾿χε γάργαρες πηγές,
σὲ λίμνες ἀπὸ νεράιδες ζωγραφισμένες γαλαζοπράσινες
κι ἄφηνε τὰ κελαηδίσματα,
χάδι νὰ εἶναι μακρόσυρτον εἰς τὴν ἀγκαλιάν του.


Ἤξερε ἀπάνω πὼς εἶναι σ’ ἀψηλὲς κορφάδες,
ἀγριεμένοι, ἄνεμοι γηραιοὶ πὼς τὸν ἀναζητοῦν.
Μὰ λεύτερον τὸ μικρανέμι,
σὲ πρωινὸν καστανόλογγον εὐωδιαστόν ἐτρύπωσε,
μὲ παιδικὴν ὁρμὴν
καὶ μέσα του εἶδε, κόσμοι ἦταν, ἀλλόκοσμοι.
Δρύοπες τῶν δασῶν, Λέλεγες τῶν λιμνῶν,
ἀπὸ καστανιὲς πίσω ξεπρόβαλαν,
ῥωτῶντας γιὰ τὸν Δράκον, γιὰ τὸν Κύνα…
ἄχ…
μονάχον ἤθελε,
εἰς τὴν ἄγριαν βροχοστόλιστον Ὄχη νὰ ζήσῃ.


Ἔπλεε τὸ μικρανέμι,
σὲ γεννημένες σκιὲς ἀπὸ βράχους σεμνούς,
ἀπάνω χόρευε εἰς τὶς ῥεματιὲς μὲ πουλιά, πασχαλιὲς καὶ πεταλοῦδες
κι ὁποὺ πατοῦσε ἄκουες σιγανά…
Βαθύρεμα…Πλύστρα…Πλατανίτσες…
Ῥηγιάς… Ἀρχάμπολη…
Χοροπηδοῦσε καὶ γέλαε,
μιᾶς εἰς τὰ Στῦρα, εἰς τὸ Μαρμάρι καὶ εἰς τὴν Κάρυστον μιᾶς.


Κι ἔπειτας μὲ φούριαν τὸ μικρανέμι,
μέσα περνοῦσε ἀπὸ αὐλές λευκές, ἀσβεστωμένες,
μ’ ἀνθισμένους ἰβίσκους, γιομᾶτες ῥοδιὲς καὶ γλυκὰ φραγκόσυκα.
Σὲ δροσερὰ μέσα τρύπωνε σπηλιώματα
κι ὕστερις πετοῦσε ἀψηλά,
βαστῶντας γερὰ τὶς κελαηδιὲς τῆς ἄγριας καρδερινιώς,
τοῦ φλώρου, τοῦ λούγαρου, τοῦ ἀηδονιοῦ…,
σκορπῶντας τὴν χάριν του,
εἰς τῖς ἀνθισμένες τῆς Ὄχης πλαγιές.
 
Κι ἔτσι πλανεμένον, μὲ γαληνεμένον πετοῦσε νοῦν,
ἀπὸ τὴν Εὐβοϊκὴν νησιώτικην Γῆν ἀπάνω·
καὶ τότε εὐρέθη ὀμπρὸς τὸ μικρανέμι,
ὀμπρὸς σὲ θρῦλον, μῦθον καὶ Θεούς.
Ἐσφύριζε ἡ ὁρμή, ἡ νιότης του,
καθὼς εἰς τοὺς χρόνους τριγύριζε τοῦ Δρακόσπιτου·
κι ἦταν ὁ ἥλιος παντοῦ νὰ τὸ προσέχῃ.
Θὰ ᾿ταν καταμεσήμερον
κι ὁλοῦθε ἀχνιὰ ἀπ’ τὴν δροσιάν του
καὶ κουρασμένον πιὰς αὐτό,
ἐστάθη εἰς τὸ πάτημα καὶ μοίρασε γύρω σιγήν,
δίπλα ἀπὸ τὴν κεφαλὴν τῆς Ὄχης.


Καθὼς τὸ λιοπύρι τὸ ἔλουζε,
ὕμνους ἄκουσε μακρόσυρτους, μακρόθεν·
ἀνακάτωσε τὶς γύρω φυλλωσιές,
ἐδρόσισε τοὺς Δρύοπες τῶν Παλαιῶν Λόγων,
τοὺς Λέλεγες ἐδρόσισε φύλακες τῶν γύρω ὅλων.
Καὶ πρὶν ἀνάμεσα χαθεῖ σὲ πρωτόκαρπες καστανιὲς
καὶ σὲ μυστικὰ τοῦ ὅρους βυθισθῇ νερά,
πῆρε τὴν εὐλογίαν εἰς τὸ Δρακόσπιτον ποὺ ἐζοῦσε
κι ἔστειλε τὰ πουλιὰ σὲ πλαγιὲς νὰ τὴν τραγουδήσουν.

Κι ὅλη ἦταν ἡ Ὄχη μ’ ἀνατριχίλα,
καθὼς ψιθύριζε πετῶντας πιὰς τὸ μικρανέμι,
Ὦ, Ἧρα Τελεία…
Ὦ, Ἧρα Τελεία…
Ὦ, Ἧρα Τελεία…


ΥΓ: « Ἀφιερωμένον εἰς τὸ Μικρανέμι,
ὁποὺ κυρίαρχος νὰ γίνῃ Ἄνεμος,
εὔχομαι! »
Δεσποτάκης τῆς Δαμητρὸς

Ἕλλην

3-10-2012
 
 
Το Μικρανέμι σμιλεύει την πέτρα
ποτέ δεν συμβαίνει το αντίθετο...

 
 
Γνωρίζεις καλά ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν περνούν ποτέ στην λήθη.
Δημήτρη, είσαι Ένας από εκείνους...

~~~ Το Μικρανέμι ~~~



© 2012 Δεσποτάκης Δημήτριος

© 2012 Κωνσταντίνα Λαψάτη ~ Αφιερώματα

 




 

SEARCH FORM

Constance Lapsati - Author